23η Απρίλη: Επέτειος δολοφονίας Γ. Καραϊσκάκη
Γράφει ο φιλόλογος Οδυσσέας Β. Τσιντζιράκος
Στο θρησκευτικό μας ημερολόγιο η εκκλησία με πολλή σπουδή πέτυχε να καθιερώσει εορταστικά τις μνήμες όλων ανεξαρτήτως των Αγίων μορφών. Αντιθέτως στο Εθνικό μας υστερήσαμε εντελώς, με επακόλουθα να μην έχει γίνει καμία επετειακή καθιέρωση των «Αγίων μορφών» της Ιστορίας μας, ούτε και των αξιομνημόνευτων γεγονότων στα οποία οφείλουμε τη λευτεριά και την εθνική μας υπόσταση. Δηλαδή ανοίγοντας κανείς ένα οποιοδήποτε ημερολόγιο στις 23 Απρίλη θα διαβάσει + Γεωργίου Μεγαλομάρτυρος. Στην ίδια ημερομηνία όμως δεν θα διαβάσει: Μνήμη δολοφονίας Γεωργίου Καραϊσκάκη. Τα ίδια θα δούμε λ.χ. και στις 5 Ιουνίου και στις 27 Σεπτεμβρίου, και σε κάθε ημερομηνία. Κι ύστερα παραξενευόμαστε γιατί ακούσαμε πριν λίγες ημέρες ότι το Έθνος την 25η Μαρτίου τιμάει το… έπος του ’40!!! Κι αυτό από δημοσιογράφο μεγάλου καναλιού μας. Οπότε, δεν πρέπει να μας παραξενεύει όταν ακούμε πως ο Καποδίστριας ήταν… εισαγωγέας πατάτας ή ότι ο Βενιζέλος ήταν ένας…, οπωσδήποτε ήταν βέβαια ένας καλός άνθρωπος, ή ότι ο Ιωάννης Μεταξάς, κατά τη γνώμη μου, νομίζω, προπονητής μπάσκετ! Κύριος φυλάξοι ημάς…
Ας γίνει, λοιπόν, από εμάς η αρχή, ώστε οι «Άγιοι» της Ιστορίας μας να βρουν επιτέλους την τιμητική τους. Και ας σηματοδοτήσουμε αυτή την αρχή με τον πρώην διάβολο και μετέπειτα άγγελο του Έθνους, τον γιο της Καλογριάς, όπως αρέσκονταν ο ίδιος να ακούει, τον μπράτιμο που τον φώναζε ο Οδυσσεύς, τον στρατηγό που τον προσφωνούσαν οι Κολοκοτρωναίοι, τον Παλιόγυφτο, όπως τον έλεγε ο Αλής! Ξεψύχησε ξημερώνοντας η ονομαστική του, στις 4 το πρωί, αφού ώρες πριν, το απόγευμα της 22 Απρίλη δέχτηκε από Έλληνα, όπως όλα δείχνουν, τη δολοφονική σφαίρα.
Λογικά θα έπρεπε να εκθέσουμε λεπτομέρειες επί λεπτομερειών. Οικονομία χώρου γαρ. Έτσι θα περιοριστούμε κατ’ ανάγκη σε πολύ μικρή αναφορά. (Εκτενής περιγραφή γίνεται στο Βιβλίο μου ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ)
Λοιπόν. Η Στερεά Ελλάδα, που είχε ήδη απελευθερωθεί από τον Ανδρούτσο ως το 1825, έγινε αγκάθι στην εξωτερική πολιτική των Άγγλων, οι οποίοι ήθελαν τη δημιουργία μια αυτόνομης Ελλάδας μόνο με την Πελ/σο και τις Κυκλάδες, για να την κάμουν δικό τους προτεκτοράτο, αλλά πριν να λείψει απ’ τη ζωή ο αντίχριστος Ανδρούτσος που, αν τον άφηναν, θα κυρίευε και την Εύβοια. Έτσι, λοιπόν, η Ρούμελη κατά τα έτη 1825 και 1826 περιέρχεται ξανά στους Τούρκους, παρά τη σθεναρή αντίσταση του Καραϊσκάκη. Ωστόσο ο «Γύφτος» γενόμενος αρχιστράτηγος πέτυχε να δημιουργήσει έναν τεράστιο Ελληνικό στρατό από 10.000 αγωνιστές, στον Πειραιά, και να ελέγχει πλήρως τους Τούρκους που πολιορκούσαν την Ακρόπολη. Κι ήταν πια ολοφάνερο ότι αν τον άφηναν να δράσει κατά τα σχέδιά του, η Ρούμελη θα απελευθερώνονταν και πάλι, οπότε ερχόμενος ο Καποδίστριας θα έβρισκε μια Ελλάδα ως τα σύνορα με τη Θεσσαλία. Οι Άγγλοι δεν στόχευαν, όμως, να επιτρέψουν κάτι τέτοιο.
Έτσι, αφού δέχτηκαν να έρθει ο Καποδίστριας ως Κυβερνήτης (θα εξυπηρετήσει τους σκοπούς τους κι ύστερα θα τον ξεπαστρέψουν), κατά τον Μάρτιο του 1827 στη Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας οι Άγγλοι θα ξεκινήσουν την καταστροφή της Ελλάδας. Όρισαν αρχιστράτηγο του Ελληνικού στρατού τον Τσώρτς και αρχιναύαρχο τον Κόχραν, τοποθετώντας δίπλα τους σύμβουλο τον ανεκδιήγητο Μαυροκορδάτο, και διερμηνέα και βοηθό γενικών καθηκόντων ένα σκωτσέζικο ανθρωπάριο ονόματι Μάσσων. Κι ήρθαν όλοι τους στον Πειραιά με σκοπό να εξαναγκάσουν τον Καραϊσκάκη να κάμει κατά μέτωπο επίθεση από το Παλαιό Φάληρο προς την Αθήνα, σε τόπο γυμνό (εκεί που περίπου σήμερα διέρχεται η Λεωφόρος Συγγρού), που ευνοούσε το γυμνασμένο Τουρκικό Ιππικό. Και μάλιστα ο Κόχραν με κομπορρημοσύνη και ιταμότητα φώναζε πως αν δεν ακολουθήσουν το σχέδιό του θα πάρει τα καράβια του και θα φύγει. Προσπαθούσε μάλιστα να ξεγελάσει τους στρατιώτες και να τους προθυμοποιήσει ως πρόβατα επί σφαγήν τάζοντάς τους λαγούς με πετραχήλια. Το φανερό πια σχέδιο των αχρείων Εγγλέζων ήταν η καταστροφή του Ελληνικού στρατού.
Ο Καραϊσκάκης αντέδρασε εξαρχής. Φώναξε, έβρισε, αγανάκτησε, έφτασε στα όριά του με τους δύο Άγγλους τυχοδιώκτες. Όμως έπρεπε δυστυχώς να υπακούσει, διότι η Εθνοσυνέλευση είχε αναθέσει την… άμυνα της χώρας στους Κόχραν και Τσωρτς! Αναγκάστηκε, λοιπόν, ο στρατηγός να υποκύψει, αλλά σε συνεννόηση με τους άλλους οπλαρχηγούς βεβαίωσε τους εγγλέζους ότι θα ακολουθήσει το σχέδιό τους, αλλά στην πράξη θα εφαρμόσει το δικό του, οπότε η νίκη των Ελλήνων ήταν πλέον κάτι παραπάνω από βέβαιη και θα έστελνε στον αγύριστο τους δυο τυχοδιώκτες. Συμφώνησαν, μάλιστα, η προέλαση να γίνει τα ξημερώματα της 23ης Απρίλη.
Βρισκόμαστε πια στο μεσημέρι της 22ας Απρίλη. Ο στρατηγός διέταξε όλο το στράτευμα τη μέρα εκείνη να μην προκαλέσουν τους Τούρκους για να πετύχει την επαύριο ο αιφνιδιασμός. Και όντας άρρωστος, με υψηλό πυρετό, ξάπλωσε για λίγο στη σκηνή του να συνέλθει. Μάλιστα στη σκηνή του είχε πληθώρα από κρέατα και γλυκά να κεράσει τον στρατό για την ονομαστική του. Για λίγο ηρέμησε και πιθανόν να σκεφτόταν τον Καποδίστρια Κυβερνήτη και τον εαυτό του στρατηγό μιας Ελλάδας Λεύτερης. Η Μαριώ βγήκε απ’ τη σκηνή και φύλαγε καραούλι προστατεύοντάς τον.
Δεν άργησαν ν’ ακουστούν πυροβολισμοί, που γενικεύτηκαν αμέσως! Πετάχτηκε απ’ το κρεβάτι του, καβαλίκεψε το άλογο του κι έτρεξε προς το Φάληρο, όπου είχε ανάψει η φωτιά. Προβοκατόρικη προφανώς ενέργεια των Άγγλων και του Μαυροκορδάτου. Η φονική σφαίρα τον βρήκε στη βουβωνική χώρα. Άντεξε ως το πρωί, ώρα 4. Η Ελλάδα και ο στρατός της μένουν στο έλεος του Μαυροκορδάτου και των Άγγλων. Ακολούθησε γενική σφαγή από τους Τούρκους προς τέρψιν Μαυροκορδάτου και Σία.